Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ψυχανάλυση. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ψυχανάλυση. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τρίτη 26 Νοεμβρίου 2013

ΣΤΟ ΔΙΑ ΤΑΥΤΑ





"Ο εαυτός είναι μόνον το κατώφλι, μια πόρτα, ένα γίγνεσθαι μεταξύ δυο πολλαπλοτήτων"

-Gilles Deleuze


Η Ετερότητα είναι ο πρωτογενής κανόνας. Η Μονάδα δεν είναι παρά η αυθαίρετη παράληψη της διαλεκτικής κίνησης, η απονέκρωση της διηνεκούς μεταμόρφωσης, η παράλυση του ερωτικού σώματος στο κουφάρι μιας απολιθωμένης μούμιας. Μεγάλα μνημεία χτίζονται για τις μούμιες. Η μονάς υπέρ άνω όλων. Η μονάς δήθεν το πρώτο απαρέγκλιτο γεγονός, η αποβάθρα στο τίποτε, ο κόσμος όλος επί ενός θεμελίου! Πώς θα ήταν δυνατόν; Αν η μονάδα ήταν η γεννήτρια της πλουραλιστικής φύσης, θα ζούσαμε στον κόσμο του ταριχευμένου Ιδίου. Και μήπως δε ζήσαμε σε έναν τέτοιο κόσμο; Μια τέτοια αυθαιρεσία που θεώρησαν οι προπάτερες της σκέψης μας, μάς οδήγησαν στον εγκλεισμό της πεποίθησης ότι το όλον είναι η ολοκληρωτική μονάδα κι ότι οτιδήποτε άλλο δήθεν ξεσπαθώνει από τα περιθώρια της αδιαφιλονίκητης λογικής της, που θέσπισαν με το τσούξιμο της βέργας, είναι η ετερόνομη αντιπαράθεση που προδιαγράφει τον μεγάλο χαμό της υποκειμενικότητας. Δεν υπάρχει τίποτε εκεί έξω. Μόνο το χάος, μόνο το όνειδος, εκεί έξω ελλοχεύουν τα θηρία της σημασιολογικής απαξίωσης· εκεί έξω το βασίλειο του μη-είναι: αν είναι καν τέτοιο!
Έτσι είναι που ξεκίνησε ο ασφυκτικός εγκλεισμός στη ρηχή ερμηνεία. Οι λέξεις σχημάτισαν δεσποτικά φρούρια και τα χαλινάρια τράβηξαν κλειστοφοβικά τους ορίζοντες, με δογματική συνέπεια. Διότι το ηθικό είναι να μπορείς να πιστεύεις αυτό ακριβώς που σου κληροδότησε ο φυσικός ειρμός της Ειμαρμένης. Να το πιστεύεις γερά! Να το κρατάς τόσο σφικτά μέχρις ότου να πληγωθούν τα νύχια σου. Να μεταδίδεις πόνο μόνο και μόνο επειδή βαθιά μέσα σου θέλεις να αφορίσεις το σωσίβιο που ναι μεν σε σώζει αλλά και σου στερεί το πεπρωμένο με τα βράγχια και τα λέπια, τις μεμβράνες και τις γλιστερές ταχύτητες του καθαρού γίγνεσθαι. Για όλα φταίει η κατάρα της Μονάδας που με τα αντιλαϊκά της μέτρα σπάραξε το φυσικό παίγνιο της Ετερότητας, το συγκάλυψε σε συνειδητό κι ασυνείδητο, υπάρχον και μη-υπάρχον, λογική και παράλογο, νοημοσύνη και τρέλα, νεοφιλελευθερισμό και ριζοσπαστική αντιπολίτευση (είδε κανείς τον Παναή;) Με το οφίκιο της επιστημοσύνης, της λογιοσύνης και της εγκράτειας μας διδάξατε ότι έχουμε μια πατρίδα, έναν προ-ορισμό. Θα πρέπει λοιπόν να το παραδεχτούμε και να σκύψουμε την κεφαλή μας σαν τον λούστρο τον μουτζούρη, διότι έχετε περίπατο, έχετε παρέλαση, το ανάστημά σας δε σηκώνει αντίλογο.
Αλλά ίσως να υπερβάλλω. Ή μάλλον είμαι αναχρονιστικός. Διότι τι ακριβώς είναι τούτη η αμφιλεγόμενη «μετανεωτερική επανάσταση της σκέψης»; Βλέπω την κονιορτοποίηση της στάχτης, ακούω τη σκόνη στον αγέρα, τα παλιά θρύψαλα τώρα έγιναν αμμοθύελλα στην έρημο που αφήσατε ως βλάσφημο απομεινάρι. Εκείνο που θεωρούσατε Μονάδα ως απόλυτο γνώμονα και μέτρο σύγκρισης των πάντων δεν είναι παρά η διηνεκής διαίρεση ή ο αναδιπλασιασμός στη φρίκη της απειροσύνης, στο μεγάλο ντελίριο του πολυειδούς που στριφογυρίζει την έκσταση του δερβίση. Φυγόκεντρη κατάργηση της Μονάδας, επειδή αυτή αυτοαναλύεται σε μυριάδες, ατελείωτες και ατελέσφορες υπομονάδες επειδή αυτή αναπαράγεται στον απέραντο ορίζοντα της σωρευτικής καταμέτρησης. Το ένα γεννιέται από το δυο. Το ένα είναι αυθαίρετη αφαίρεση εκ της ετερότητας. Ένα σώμα συμμετρικό, με δυο αυτιά, δυο μάτια, δυο χέρια, δυο πόδια. Ένα έμβιο ον που γεννιέται από δυο γονείς. Μια υποκειμενικότητα που οφείλει την ύπαρξη της σε μια ασύλληπτη αυτοαναφορική ετεροσημία. Αλλά και ακόμη πειστικότερα, μια διχογνωμία για το αν τελικά απαρχή των πάντων είναι η Μονάδα ή η Ετερότητα. Για να το ρωτάει κανείς θα πρέπει όπως κι αν έχει να υπερισχύει η Ετερότητα. Ή έστω να υπερισχύει αυτή όταν το ζήτημα τίθεται επί της συνειδητής μας κρίσης (διότι μόνο τότε διερωτόμαστε). Η Μονάδα βασιλεύει μόνο όταν δεν το πολυσκέφτεσαι, όταν παραδίδεις τα όπλα στο γεωπολιτικό παιγνίδι, όταν αναμασάς τη μασημένη τροφή, όταν τα έργα σου είναι προϊόν αντανακλαστικής άμυνας «όχι μη με πατάτε άλλο, μη!». Εν αντιθέσει (πάντα «εν αντιθέσει»!) η Ετερότητα εξεγείρεται στην αναδημιουργική πίεση που ασκεί η αυτοαναφορική ένταση, όταν προσπαθείς να παρατηρήσεις τον εαυτό σου με ακόμη εγγύτερη κρίση, να τον ακτινοσκοπήσεις, να πλημμυρίσεις κάθε μικρή γωνία της νοημοσύνης σου με φως φερέγγυο: ότι είμαι εγώ και αυτό κι ότι αλίμονο αν δεν το σημαδέψω! Τέτοιες είναι οι συνεπαγωγές από την κατάργηση της Μονάδας, έτσι αναδύεται σπαρακτικά η πιο αυθόρμητη και φυσική ετερονομία. Μια συνεχώς αναδιπλασιαζόμενη και υποδιαιρούμενη, μορφοκλασματική διασπορά που αναγεννάει τα σχήματα δίχως την παραμικρή οροθέτηση, μια απολύτως καινούργια χειρονομία που αναδιατάσσει τις ψηφίδες της με την ταχύτητα του φωτός κι άρα δεν έχει πλέον χαρακτήρα, δεν έχει πλέον μορφή, είναι το εξωφρενικό γέλιο της ροής, του γίνομαι, ενός προσώπου που διαπερνά τις αλλεπάλληλες χαρές του Άλλου ώστε να μάθει να διακρίνει τους αρχικούς ιστούς της έκφρασης, που δεν είναι άλλοι από τις τροχιές φωτονίων, ένας σκέτος κυματικός ρυθμός, δόνηση πρωτογενής, το λίκνισμα ενός αρχέγονου νεογνού που αείποτε θα πρυτανεύει με την αθωότητά του στα πεπραγμένα. Μέχρι να καταλήξεις εκεί, μέχρι να τον βρεις θα υποφέρεις από τη σκιά μιας τετελεσμένης κρίσης που ορθώνει η αξίωση της μοναδικότητάς μας. Το να είσαι ο πρωτογενής διάλογος της Ετερότητας, εκείνος που δημιουργεί το κύμα, εκείνος που νταντεύει τα φαινόμενα και που ξέρει να θρέφει και να διατρανώνει μακροπολιτικές τρικυμίες ωσάν το απαραίτητο ενδιαίτημα μιας υποβόσκουσας ριζοσπαστικής δημοκρατίας. Από την άρση ενός ταμπού ξεκινάει αυτή, μέχρι να το αγγίξει στη ρίζα του. Ότι Μονάδα δεν υπάρχει παρά μόνο μια παραλογιστική κυματική αμφιταλάντευση μεταξύ δυο σημείων που αυτοδιαιρούνται και αναδιπλασιάζονται και ούτω καθεξής. Μπες στη συχνότητα…
Δεν είναι κάτι που θα πλήττει εφ’ εξής μόνο την πολιτική. Έχουμε και την επιστημολογία που τώρα πια έχει κατακερματιστεί δίχως συνοχή στα αποσπάσματα του αποδιαρθρωμένου ελέφαντα. Ο τυφλός βλέπει με το δάχτυλο, κάθε άγγιγμα και μια νέα μορφοπλασία. Δεν είναι ελέφαντας πλέον αυτό. Ο ελέφαντας τρόμαξε κι έφυγε, αλίμονο του! από τους αρουραίους που τώρα πια πληθαίνουν και πληθαίνουν. Όχι μόνο ατομικά αλλά και υποατομικά, βλέπει κανείς ενδο-υποκειμενικές εστίες κόμβων επί κόμβων, πλέγματα πολυπρόσωπα, ψυχοειδών ψηφίων, δήθεν μονάδες κι αυτές που έχουν ιμπεριαλιστικές βλέψεις για το όλον της προσωπικότητας ή της πραγματικότητας, αλλά να που διακρίνει κανείς το πώς ακριβώς είναι συνυφασμένα από άλλες ψευδο-οντότητες, εδώ που τα λέμε σκέτες διαδικασίες, ένα δυναμικό γίγνεσθαι που κλειδώνεται σε αποκρυσταλλωμένα μορφώματα μόνο όταν το ομιλούν υποκείμενο βιάζεται να κουνήσει τη γλώσσα του και να ταυτοποιήσει, από μια ενόρμηση που τελικά δεν είναι ξεκάθαρο αν πηγάζει από τη βουλητική ρίζα της γλώσσας ή από την ίδια τη λέξη που μαγνητίζει τη διγλωσσία του φιδιού. ‘Ετσι άλλωστε αναμετριέται με την αμφισημία των πραγμάτων κι έτσι παλεύει το ομιλούν υποκείμενο να σταθεί στην αμφιρρέπεια… μιλώντας, παγιώνοντας μορφές, απολιθωμένες έξεις, προσωπεία, αναλυτικές εκφάνσεις της ψυχής και της πραγματικότητας που τελικά προδίδουν το αρχικό εγχείρημα. Διότι αν είναι να αναλύσεις την ψυχή ή την πραγματικότητα δεν πρέπει ποτέ να σταματήσεις ειδάλλως θεωρείς την ψυχή, ερμηνεύεις την πραγματικότητα. Αναλύοντας την ψυχή ή την ύλη θα βρεις ότι το άτομο είναι κι αυτό κοπανιστός αέρας συσσωρευμένος από κβαντική πίεση ενέργειας που απειλεί να εκραγεί και να ισοπεδώσει τον κόσμο όλον (μήπως αυτό δε γίνεται στη μετανεωτερική μας εποχή;) Άτομο δεν υπάρχει, αυτό πάντα θα τέμνεται, θα είναι μια διασπορά διαίρεσης και πολλαπλασιασμού, μην επιχειρείς να το χωρέσεις στην τάδε ή δείνα φανέρωση… του φαντασιακού οίστρου σου. Και κυρίως μην επιχειρείς να το εντάξεις στα πλαίσια των διακειμενικών θεωρήσεωνχτίζεις έναν κίβδηλο πύργο, την κατάρα του κεραυνού, θα μαζεύεις θραύσματα αλλά πάλι θα προσπαθείς να τα περισώσεις χτίζοντας άλλη μια ύστατη θεώρηση. Το είπε ο Λακάν, το είπε ο Ντοστογιέφσκι, το λέει η μαρίκα η κουτσή, έστω και με όχι τόσο πυκνή συνύφανση και τέτοιο αριστουργηματικό τρόπο. Μήπως τελικά ο γνώμονας αποκρυστάλλωσης του κρυπτο-δόγματος επαφίεται αποκλειστικά και μόνον σε αισθητικά τεκμήρια; Διότι αν η μπουρζουαζία είναι καλομαθημένη σε αριστοτεχνικούς και άρτιους αισθητικά τρόπους αναπαράστασης του εκάστοτε καπρίτσιου, είναι φυσικό κάπως έτσι να γεννηθούν θεωρήσεις που πατάσσουν το ετερόκλητο με μια ναρκισσιστική έπαρση: ότι το λέω καλύτερα, τώρα χρησιμοποιώ και τα μαθηματικά για να το πω. Το διακύβευμα είναι το Εγώ σας. Κι όμως η μπουρζουαζία επικροτεί δίχως να καταλάβει τις βιωματικές συνέπειες αυτού. Λατρεύουν να διαβάζουν όλους τους μεγάλους στοχαστές της μετανεωτερικής εποχής που με τους υπαινιγμούς τους έχουν ρημάξει το ακλόνητο της μοναδιαίας τους αντίληψης και που αφήνουν τις αδέσποτες φουρτούνες της ετερότητας να μεταστρέψει, να διαστρέψει, να κατακερματίσει και να διυλίσει εκείνο που φυλάσσουν σαν κόρη οφθαλμού. Έτσι να «κάθεται» καλά στα μηνίγγια τους, με ασφάλεια να θεωρούν τις λέξεις δήθεν ως σταθεροποιητική άσκηση, ως άγγελμα συνέπειας, ως συμπύκνωση της συνείδησης στα πλαίσια της νηφάλιας ηθικής. «Κατανοώ!»
Μόνο η ειρωνεία της ετερότητας που υφέρπει ακόμη και στις πιο στρυφνές  κυριολεξίες μπορεί να καταδείξει το πόσο λίγο κατανοούνε. Κατανόηση από το χείλος της καταστροφής και πέρα σημαίνει βιωματικό αισθητικό εποπτεύειν σε τέτοιον υπερθετικό βαθμό που δια της αυτοαναφορικής έντασης διακρίνει ακαλαίσθητα ατοπήματα στον τρόπο που κατανοούνε. Δήθεν κατανοούνε την άρση της Μονάδας και την παραλογιστική έξαρση της Ετερότητας, της πιο πηγαίας αντιπολίτευσης που εξάρει το τυχαίο, το ενδεχομενικό υπέρ άνω κάθε βούλησης, κάθε δήθεν ενορχηστρωμένης δράσης εκ του ασυνειδήτου. Μα εδώ πρόκειται για μετεωρολογικό φαινόμενο που διαβρώνει τις στέππες του προσώπου, το αποδιαρθρώνει και ιδού το σμήνος που κινείται σύμφωνα με τη λογική της συναρτώμενης συγχρονικότητας, οργανικά και απρόβλεπτα πέραν κάθε θεωρητικού εγκλεισμού. Έτσι γλυκά πεθαίνει ο αυθεντικός γνώστης και το βιώνει και κυρίως δεν το λασπώνει όταν το βλέπει δίπλα του, το αποδέχεται εκστατικά ως σημάδι ζωής, ότι ο συνάνθρωπός μου πρόλαβε να πεθάνει πριν πεθάνει, πρόκειται για ένα θαύμα της βιολογίας, το πώς το μετα-σύστημα της συνείδησης κατάφερε και προήγαγε το θάνατο σε ψυχολογικό γεγονός προτού αυτός φέρει τη σήψη απροσκάλεστα.
Η Ετερότητα ελεύθερη από μοναδολογικές υποδείξεις πάντα θα απομυθοποιεί, θα καθαιρεί την κάθε άριστα συνυφασμένη κρίση, θα την υποβιβάζει σε μια ακόμη προέκταση του δημιουργικού μας πνεύμα που μέλλει να διακλαδωθεί ριζωματικά σε πολλαπλές αμφισβητήσεις, των οποίων ο ειρμός θέτει το νέο αμφίσημο αξίωμα: ότι είναι κύμα και σωματίδιο εν παραλλήλω· ότι η γάτα του Schrodiger είναι νεκρή και ζωντανή πριν ακόμη ανοίξουμε το κουτί για να δούμε τι συνέβη. Η κατάργηση της Μονάδας γεννάει μια νέα οντολογία. Ή μάλλον λάθος: η κατάργηση της Μονάδας αποκαλύπτει μια νέα δυναμική διαδικασία. Επί αυτής της γόνιμης ρευστότητας η απόφανση της επιστημικής διοίκησης που αποπειράται να παγώσει το ρυθμό σε μια συγκεκριμένη πεπερασμένη μελωδία, ένα ακόμη σουξέ των καιρών, είναι η ίδια η γελοιογραφία του εαυτού της. Ιδίως όταν δεν αναγνωρίζει ή δεν αποδέχεται την πιθανότητα (μα πλέον όλα είναι ζήτημα πιθανοκρατικής αξίας, καμία προδοθείσα σταθερά!) το αντίπαλον δέος να είναι καλύτερα εξοπλισμένο για να πλοηγηθεί στον παραλογισμό της ετερόνομης εξάρθρωσης των πάντων. Σαν τον φασιστή που φωνασκεί πιστεύοντας ότι η πατρίδα του ανήκει, ότι ανήκει στην πατρίδα όπως η αράχνη στον ιστό της, όλο αυτό το επιστημολογικό παιγνίδι της αποκλειστικής στατικής απόφανσης, που δεν είναι παρά μια ανεξιχνίαστη πολιτική, έχει τις ίδιες καταβολές με το φασιστικό έγκλημα. Σκοτώνω επειδή απειλείται η συνεκτικότητα της ψευδαίσθησής μου. Αποκλείω για τον ίδιο λόγο. Σε αμφότερες τις περιπτώσεις έχουμε ένα νωθρό πνεύμα που θρηνεί τα γεννοφάσκια του στη μήτρα της Μονάδας, που αποκλείει την Ετερότητα ως μια επανάληψη του Ιδίου.
Ακούστε να δείτε ποιες είναι οι ψυχολογικές συνέπειες. Πρόκειται για την εξαπόλυση της μετα-φυσικής του ΓΙΝΟΜΑΙ, μιας ριζοσπαστικής μεταμόρφωσης που εναλλάσσει τα υβριδικά θεάματα γρηγορότερα από την ικανότητα να εντοπίσεις μορφές. Πρόκειται για έναν καταρράκτη που πέφτει με τον βαρύ κρότο του αιώνιου ρήγματος, εκείνου του πρωτογενούς από το οποίο ορθώνεται το πραγματικό διφορούμενο υπάρχειν: ως εγώ και ο εαυτός μου, ως πάνω και κάτω, ως δεξιά και αριστερά, ως ο αναπόδραστος πολιτικός δυισμός της πρώτης διερώτησης: υπάρχω;
Η υποκειμενικότητα εδράζεται στο δυο. Η υποκειμενικότητα δε θα ήταν τίποτε ως μονάδα. Το πολύ-πολύ να ήταν άλλη μια επίπεδη φιγούρα που εργαλειακά ενορχηστρώνει δια της παθητικής της βούλησης το έργο του ποντίφικα. Όμως την εποχή που η συνείδηση αποκλίνει τη φυσική της ετερότητα, όσο περισσότερο αντιλαμβάνεται την ανεπανόρθωτη διττότητα που σαν κρόσσια αναπαράγει, αφενός, το αυτοαναλυτικό δυναμικό και, αφετέρου, η ανασυνθετική εκδήλωση, εκείνο που συμβαίνει στο διάκοσμο της κοινωνικής ζωής είναι η πλήρης κατάλυση του κανόνα, άρα η όξυνση της πολιτικής διάστασης του υπάρχειν με την καταβύθισή του στις αέναες μικρολογικές διεργασίες. Ως εκ τούτου, αναδύεται σε όλη της την έκλαμψη η πρισματική συνύπαρξη όλων των εκδοχών, ο νους είναι εδώ για να αντικατοπτρίζει με πραγματισμό, δε φαντασιώνεται άλλες ιδεαλιστικές χίμαιρες. Πρώτιστο μέλημα του μελετητή είναι να αυξήσει την αυτοαναφορική ένταση, να επιτείνει την Πλήρη Παρουσία δίχως να υπονομεύει ούτε στο ελάχιστο τις φυσικές δομές αυτό-εξάρθρωσης που μας καταπίνουν εκ του ασυνειδήτου, τις αποχαλινωτικές εστίες της βούλησης που σαν καταφατικές διασπορές μας σπαράσσουν, μας εξαλείφουν πριν την ώρα μας. Για όλες αυτές τις γελοίες χειρονομίες που στήνουν τη δραματουργία του περικλεούς οράματος «να κατακτήσουμε την ήπειρο, να φάμε ζωντανό τον αδύναμο!». Είτε επιστημολογικά είτε πολιτικά, το ίδιο είναι, η διαφορά είναι ζήτημα διαβάθμισης (και αισθητικού γούστου).
Το μόνο που έχει σημασία είναι η αυτοαναφορική ένταση. Το πόσο πολύ αναγνωρίζω εγώ ο ίδιος ότι υπάρχω. Πόση ένταση έχω στον κρόταφό μου όταν βολιδοσκοπώ την ίδια τη ρίζα της βολιδοσκόπησης· όταν ο δείκτης «αγγίζει» αυτοτελώς την ίδια τη χειρονομία του αγγίγματός του, τι σημασία μπορεί να έχει εκείνο που δείχνει; Εκείνο που δεν καταφέρνει κανείς δια της αυτοαναφορικής έντασης, το καταντάει δια της αναφορικής μαλθακότητας. Και είναι κρίμα να βλέπεις αυτόν και τα έργα του να κατακερματίζονται παρά τη θέλησή του.
Ας είναι. Είθε. Γένοιτο!      


Παρασκευή 20 Σεπτεμβρίου 2013

ΝΥΚΤΙΠΟΛΟΙ ΣΥΝΕΙΡΜΟΙ



είναι  δίκαιο να κατακρίνει κανείς το κριτήριο της συνοχής σας, όλες οι επιστημολογικές φιγούρες είναι πυκνές συνυφάνσεις μιας αυθαίρετης τεκμηρίωσης ότι η λογική είναι απανταχού ομοιογενής στην ίδια ρότα με το ένα συν ένα ίσον δυο. Αυταπατάστε όταν σκύβετε το κεφάλι στους καρδινάλιους της γνώσης εκείνους, τους περισσότερους, τους κυνικούς καρχαρίες που εγκωμιάζοντας την πικάντικη γεύση της ανταρσίας μας δείχνουν μια τερατώδη οδοντοστοιχία, σε κάθε της εσοχή βλέπω τις βαθιές εγκάρσιες γραμμές της βίαιης κατηγοριοποίησης, της άμεσης ταύτισης με την αυτοτελή και πραγματικά άσχετη λέξη που σβήνει την ευφραντική εκείνη κενότητα που, ως ατυχής παρόρμηση, αρέσκεται να ταυτίζεται. Το αιματηρό έγκλημα ξεκινάει από την ταξινόμηση των λέξεων, εκεί στα σαγόνια του καρχαρία στήνεται η λογοκεντρική γέφυρα στα χάσματα της φυσικής αναρχικής ρήξης ώστε να επεκταθεί στη δημόσια διοίκηση και τα κατά φαντασία αριστοκρατικά ήθη της υποκρισίας- έτσι απαλλοτριώνεται μια αθώα σφαιρική ελπίδα στα μάτια ενός παιδιού, καθώς αναρριχάται μαθησιακά στις ακριβοδίκαιες βεβαιότητες, τα κάστρα δυναστών που τεμαχίζουν τον εαυτό κατ’ επιλογήν και σχηματίζουν σουρεαλιστικές καρικατούρες ανθρώπων λοβοτομημένων, με μισά πρόσωπα, οι οποίοι χαμογελάνε χαιρέκακα σε κάθε δοσοληψία και γραφειοκρατική καταστρατήγηση που συντηρεί με τεχνητή αναπνοή τον πεθαμένο εκείνο που αγαπάμε να πεθαίνει. Η λογική τους μας δείχνει σχέδια με τον χάρακα και τον διαβήτη ξεκινώντας από τις πρώτες σημάνσεις του γονεϊκού ματιού για να περάσει στη διοίκηση της πληροφορίας, με απαρχές το μοχθηρό σχολείο της μαζοποίησης, αυτή τη φάμπρικα ψυχών που μέλλουν να λάβουν στη χείρα σκυτάλη φόνου μιας φαντασιακής αθωότητας η οποία εξαιτίας της πυρηνικής της αυτεπίγνωσης ότι συμμετέχει ενεργά στα πλάσματα του ασυνειδήτου, ότι η κάθε σκέψη είναι τηλεπαθητικό ερέθισμα που μοιράζομαι εγώ και οι γνωστοί, εγώ κι όλος ο κόσμος, εγώ κι όλες οι γενεές, που μοιραζόμαστε σαν τους γυρίνους το ίδιο μεγάλο μερίδιο, την ίδια σκέψη, την ίδια σύλληψη- που εξαιτίας της, έλεγα, και κάθε φορά που τη συναντάμε κοινωνούμε σε μια ευρύτερη πλατφόρμα που μας διασώζει από τη λήθη της ασημαντότητας. Σκέφτομαι άρα υπάρχω. Και σκέφτομαι σκέψεις νεκρές, σκέψεις προπαρασκευασμένες, σκέψεις που καρατομούν το σώμα του πεθαμένου, σκέψεις ψυκτικού νεκροτομείου, σκέψεις που μου έχουν σερβίρει οι ύπουλοι σερβιτόροι της στο φιλόπτωχο συσσίτιο για να σωθεί ο άνθρωπος της «ανόητης» σιωπής, για να σωθεί ο «αποτρελαμένος» του μέλλοντος μη τυχόν και υποκύψει σε ερεθίσματα περί ΑΤΙΑ και ψυχοενεργές κορώνες. Σωτηρία ελεήμων που τελικά βαθαίνει δια της γνώσης περί μιας συγκεκριμένης οπτικής ή θεωρίας, εκεί στο ακαδημαϊκό ίδρυμα, η εξειδίκευση της κοντοθωριάς που ρίχνει το υποκείμενο στους δαιδαλώδεις διαδρόμους μιας συγκεκριμένης αυταπάτης, μιας κατοχυρωμένης παρερμηνείας, ενός καπρίτσιου ότι τα πράγματα έχουν έτσι κι ότι η τάδε συμπεριφορά υποσημαίνει εκείνο ή το άλλο ή ο δείνα σφετερισμός της θεώρησης επί θεώρησης είναι τάχα το ρεύμα μιας διαδοχικής επαλήθευσης, ότι ο κόσμος έχει έτσι, ότι είναι συνεκτικός, ενιαίος, μοναδικός, απολύτως συνεπής προς τη λογική του, αυθύπαρκτος. Λάθος! ρήξη βλέπω στο χάραγμα του κεραυνού, σαν το μάτι του πάνθηρα που παραμονεύει να χώσει τα δόντια του στο κρανίο του θηράματος, στην άκρη του διαμαντιού που δια της αιωνιότητας χαράζει το χάραγμα, το χάραμα, την αυγή του σοφού που ξυπνάει παντελώς έτοιμος να αντικρύσει την εκτυφλωτική λάμψη, το άνθισμα της χειμερινής αμυγδαλιάς. Ότι την κάθε φορά είδα να κατακερματίζεται το πλέγμα της σύλληψής σας ότι όλο αυτό είναι ο κόσμος, έτσι ακριβώς, ότι ένα συν ένα ίσον δυο, ότι κάπου στο τέλος ολοκληρώνεται η εγελιανή ιδέα. ότι κάπου υπάρχει ένα οριστικό τέλος… η απόλυτη διάσπαση. Η μεγάλη ζημία. Την είδα να θρυμματίζεται αρκετά νέος, θαρρώ πως τώρα φυσάω τη σερπαντίνα, διότι δεν τέλειωσε, δεν τελειώνει, πάντα είναι στη μέση, συνεχώς συμβαίνει, κρεσέντο που σφυρίζει αυτοτελώς και κερδίζει βαρύτητα, δεινό μαγνητικό πεδίο η μία σκέψη, η κάθε σκέψη, η κάθε σύλληψη, ένα τηλεπαθητικό ερέθισμα που ίσως να μοιράζεσαι με χωροχρονική ταυτοχρονία ακόμη και με τον Αϊνστάιν επειδή ίσως πίστεψε στο παντελώς ανεκδιήγητο, στη μεγάλη ρήξη της πραγματικότητας, ότι ίσως μπορεί ανά πάσα στιγμή να επανακαθοριστεί, να αναδιαμορφωθεί ως το παντελώς έτερον, ο κόσμος ο άλλος, ο απόμακρος, εκείνος ο Ουρανός ή ο Ποσειδώνας στις άκρες του ηλιακού συστήματος, ίσως αυτό να είναι το κέντρο μας και διαμιάς μετασχηματίζεται η περιστροφική τροχιά της πραγματικότητας και όντως ισχύει το άλλο σενάριο σε μια πρισματική πανηγύρια που στα Σατουρνάλια εναλλάσσει παράλληλες πλοκές στο ένα και μόνο σημείο καθώς εστιάζει το βλέμμα στο, κατά τ' άλλα, απολύτως μουντό και ανθρώπινο… τότε φλογίζει το προσάναμμα προς την πιο εξαίσια μοναδικότητα, τη Singularity μιας ξαφνικής αφύπνισης ότι, ξέρεις, για ό,τι σου λέει ο τρελός έχει δίκιο κι ότι γνωρίζει πολύ καλά τι κάνει όταν συνυφαίνει εντελώς παράταιρες έννοιες, από τον Φουκώ στον εξωγήινο, από το θεϊκό στο μπανάλ. Ξέρει πολύ καλά το σχέδιο και δεν είναι σολιψιστικό, είναι ανάγνωση του σχεδίου, understanding is the apprehension of pattern as such. τι να πει κανείς; Ίσως η απόλυτη συνεκτικότητα μιας «ιδεοληψίας» να είναι η αποτελεσματική άκρη του νήματος της Αριάδνης που οδηγεί σε έναν νέο αραχνοϊστό, στη θεωρία μου, στην ενθύμησή μου, στην αδιανόητη αυθαιρεσία μου, ότι όντως όλο αυτό μπορεί να είναι αληθινό. Και γιατί να μην είναι όταν ομοίως στην παρανόηση του τρελού τα σημεία ακολουθούν τη σημειολογία της αναφοράς, της γνώσης, της αυθαίρετης επιβεβαίωσης ότι όλο αυτό, έτσι όπως το νομίζω εγώ, είναι αληθινό, όπως ακριβώς στις μεγάλες θεωρίες σας, εσείς οι πρεσβύτεροι του εκ βάθρων μυστήριου αυτού ναρκοπεδίου, που νομίζετε ότι γνωρίζετε τι μπορεί να σημαίνει η Μεγάλη Έν-ρηξη. Δεν ξέρετε τίποτε, είστε ομοίως μωροί, ανόητοι που πιάστηκαν στα δίχτυα της μιας συλλογικής σύλληψης, μιας κοσμοθεωρίας που είναι κραταιά ως η αιγίδα της φοβίας σας μήπως και παρασυρθείτε σε κάποια άλλη ονειροπαγίδα, έναν αραχνοϊστό εναλλακτικής ερμηνείας όπως τη δική μας που αλήθεια αποδίδει, μας θρέφει, μας κομίζει στους τρόπους της απειροσύνης, μας φανερώνει το πώς ακριβώς αποδομούνται εσαεί τα μορφώματά σας κι άρα δεν αφορίζουμε απλώς την σύλληψή σας αλλά και την εμμονή σας με τα μορφώματα ως μορφώματα… γιατί δηλαδή να μην είναι απλώς ρεύματα μιας συνεχούς καλειδοσκοπικής μεθερμηνείας που δυναμικά συστήνει το χαμένο ανάστημα του πεφωτισμένου που τολμά και σπάει τον καθρέφτη σας, εκεί στα θραύσματα και στις στάχτες του, ως το τέλμα του πιο βαθιού αιρετικού; Δεν είναι ναρκισσιστικές κουβέντες αυτές, είναι μανιφέστο δικαίωσης μιας «παραμυθίας» που την υπερκαλύψατε με το στόμφο ύφος της σκληρής σας σύμβασης, ότι με την ίδια αυταπόδεικτη λογική του ένα συν ένα ίσον δυο προκύπτει και η φυσική εκμετάλλευση των μαζών, η εξάλειψη των ιθαγενών, η σάρωση της οικολογικής χλωρίδας, ο πέλεκυς επί αθώων οφειλετών- ψυχοβιολογική εξόντωση. Σας το λέω αληθινά, μη σας μπερδεύει η θρασύτατη ροή, φωτογραφίζω το σχέδιο το αμιγώς εναλλακτικό, το πεδίο αντιύλης που σπινθηρίζει την πνευματική αφύπνιση την πιο ουσιαστική: άρση του Σημαίνοντος. Σκυτάλη ύπουλη που κομίζει το ένα νόημα στο άλλο με την επικάλυψη κάποιας ταυτοσημίας, μιας μικροκλοπής, μια παράνομη τσίχλα στην τσέπη το αντίτιμό σας: αντίο! Έτσι με τόλμη να πεθαίνεις, να φτερουγίζεις πάνω από τον άξονα της πρωτογενούς διάσπασης σε ψέμα και αλήθεια. διότι όλα δεν είναι παρά μια μορφοπλασία από το δυναμικό δάχτυλο της σκέψης, το χάιδεμα του δυνητικού χρόνου στη ροή του ποταμού, για να γίνει καταρράκτης, για να αξιωθεί ως η προφητεία ενός σολιψιστικού που ομφαλοσκοπεί και βλέπει εκείνο ακριβώς που φαντάζεται διότι υπερέβη τη ρήξη, διότι έμαθε να τη διαχειρίζεται, να ξεσκίζει εσαεί σαν καρχαρίας τα δίχτυα των αλιευτών  αντί να σκοτώνει θύματα. Αθώα θύματα…           

Δευτέρα 6 Μαΐου 2013

AΝΤΙ-ΟΔΥΣΣΕΙΑ




 

Ίσως το βλέμμα της Μέδουσας να συμβολίζει εκείνη την απαγορευμένη από το πατριαρχικό ήθος έκσταση που σε "παγώνει" ευφραντικά στο χρόνο.

Ίσως η βρώση των λωτών της λήθης να συμβολίζει εκείνη την τερπνή κι άνευ περιεχομένου αποσβόλωση στο Είναι, την οποία έκτοτε στις καταβολές του αστικού πολιτισμού μάθαμε να αντιπαρερχόμαστε.

Ίσως το τραγούδι των Σειρηνών να συμβολίζει εκείνη την πρωτογενή σαγήνη του μαγικού ασυνειδήτου από την οποία δήθεν το υποχόνδριο Εγώ θα πρέπει να φυλαχθεί.

Ίσως το ξόρκι της Κίρκης να συμβολίζει εκείνον τον άχρονο αισθησιασμό του θηρίου, που με μεγάλο επιθυμητικό κόστος το ασκητικό ιδεώδες της ανδροκρατίας αποποιήθηκε.

Ίσως ο άθλος της επιστροφής στον εγωτιστικό θρόνο της Ιθάκης να συμβολίζει εκείνη την τυραννική προσδοκία του εξατομικευμένου υποκειμένου για επιτακτική διαφοροποιήση του αστικού Εγώ από τον Ωκεανό της αδιαφοροποίητης έκστασης, με συνέπεια το μεταγενέστερο φόρο υποτέλειας στο αναδυόμενο Σύστημα της αποφατικής συνθήκης. 

  

Στην αυγή της νέας χιλιετίας, της τόσο υπερθεματισμένης από ουτοπικά οράματα, βλέπουμε το αστικό πρόσωπο κατακερματισμένο· ποτέ χειρότερα- παρόλες τις ανέσεις και τους καταναλωτικούς του οργιασμούς, φαίνεται πως εκείνη η βασική στέρηση έχει πλέον φτάσει στο προχωρημένο σημείο εκείνο που μια βόλτα στην πόλη σε πείθει: τούτη εδώ είναι η εστία ευνουχισμένων συνειδήσεων, μια κακόγουστη πολιτεία γεμάτη από ανδρείκελα που ταλανίζονται μεταξύ του χρέους και της οφειλής. Δεν πρόκειται, όπως θα βιαστεί να κρίνει κανείς, για έγνοιες οικονομικής επιβίωσης. Είναι μια στέρηση βασικότερη που χαρακτηρίζει τα πλήθη των αναπτυγμένων κοινωνιών, αποσπασμένα καθώς είναι από το πρωτογενές θρησκεύεσθαι της Φύσης. Η ζωή της ανομολόγητης απελπισίας οφείλεται εξ ολοκλήρου στην εξαναγκαστική μας συνταύτιση με τα ξόανα του Πατρικού Νόμου δια του οποίου κάποιοι χρησμοδοτούνται να ξεριζώνουν κάθε φυσική τάση, να διαστρεβλώνουν όλα τα έθη που εξασφαλίζουν έναν βίο ευδαιμονίας,  έτσι δηλαδή όπως θα άρμοζε να ήταν: φυσικός κι ανεπιτήδευτος. Αλλά αντ’ αυτού το αστικό πρόσωπο ζει στις γκρίζες ζώνες που επιβάλλει η ποινικοποίηση του πρώτου αθώου δικαιώματος, μονίμως κατάφορτο από ενοχές, διασαλευμένο από μια πλειάδα εθισμών και υποκατάστατων που αυτοματοποιούν τη συμπεριφορά του, αποξενώνοντάς το από το ίδιο του το είναι, δηλαδή, την ίδια τη συνειδητότητα. Όλες του, λοιπόν, οι οφειλές αντίκεινται της πρωτογενούς επιθυμίας, της μιας και μοναδικής, από την εκπλήρωση της οποίας εξαρτάται το αυθεντικό ευ ζην. Αυτή δεν είναι άλλη από την επιθυμία για περισσότερη αυτοαναφορικότητα μέσα στο γίγνεσθαι, δηλαδή περισσότερη αίσθηση Παρουσίας δια της οποίας αποδιαρθρώνεται κάθε δεσμός με το Κατεστημένο που μας κατατρύχει στη θρηνώδη άβυσσο μιας τελικά απολεσθέντας ζωής.
Βεβαίως υπάρχουν λύσεις. Ωστόσο, αυτές είναι ακόμη δυσδιάκριτες μέσα στον οχετό των αντιπροτάσεων που δεν έχουν ακόμη ωριμάσει για να αποκτήσουν πολιτική υπόσταση. Κάθε όραμα συλλογικής μεταστροφής παραμένει ουτοπικό. Μόνο η ατομική μας εξιλέωση μπορεί να τεθεί ως σημείο έπαλξης προς ένα ευγενέστερο αύριο, αλλά δυστυχώς κι αυτή ακόμη παραμένει δέσμια των αποτυχημένων θεραπειών που εξακολουθούν να εξυπηρετούν τη μακροημέρευση του Κατεστημένου. Η συντηρητική αστική ψυχοθεραπεία που προσβλέπει στην ομαλή κοινωνικοποίηση μέσω της υπαγωγής στο συμβολικό σύστημα της επικρατούσας ηθικής φαίνεται να μην τα καταφέρνει αρκετά στην αναμέτρησή της με το αίτημα που τώρα πια θέτει απαιτητικά το εξεγειρόμενο ασυνείδητο. Λόγω της κλιμάκωσης των εντάσεων που έχει προκαλέσει ο αποξενωτικός Νόμος, η διαχρονική μας υποκρισία έχει πλέον φτάσει στο νευρωτικό σημείο της κατάρρευσης, εκεί όπου η μάσκα πέφτει με τη βαρύτητα της αυτοπαραίτησης. Ως εκ τούτου, λίγα πράγματα μπορεί να κάνει η ψυχοθεραπεία που επιδιώκει στην επιδείνωση των αποφατικών σχημάτων, δηλαδή αυτής της ίδιας υποκρισίας που αντιπαρέρχεται τα πηγαία αιτήματα του ασυνειδήτου. Όποιος έχει έστω και μία φορά βυθιστεί σε αυτήν την ανεξάντλητη μυστήρια δεξαμενή, γνωρίζει ενδελεχώς ότι αυθεντική μας οντολογία αποτελεί μάλλον αυτό το φαντασιακό, αδιαφοροποίητο μάγμα παρά το απορρέον σχήμα διακριτότητας, η ιδέα δηλαδή μιας ταυτότητας που αναγκαστικά θα πρέπει να καταστέλλει τούτο το πρισματικό υπόστρωμα από το οποίο αποφατικά αναδύεται. Η διαδικασία λοιπόν ρήξης με το συνεχές των συμβολικών συστημάτων που διαφοροποιούν το Εγώ από το πληροφοριακό πλάσμα του ασυνειδήτου είναι μια θεραπεία που πλέον λειτουργεί καλύτερα από την αντίθετη διαδικασία της ομαλής κοινωνικοποίησης μέσω της συναίνεσης του επικρατούντος συμβολικού συστήματος. Επειδή ακριβώς πλέον αρμόζει να προσβλέπουμε σε μια ατομική μετουσίωση που θα επιφέρει δραστικά τη μεταστροφή στο συλλογικό, οφείλουμε να αντιστρέψουμε τους κανόνες της ψυχοθεραπείας, εντείνοντας το παραγκωνισμένο επιθυμητικό και ανακαλύπτοντας εκ νέου το ανθρώπινο πρόσωπο που γεννήθηκε για την απόλαυση κι όχι  για την εγκάθειρξη. Είναι αναγκαίο να πάψει να εξημερώνεται η Φύση μέσα στα αποφατικά σύμβολα του πολιτισμού, όπως ακριβώς η προϋπάρχουσα αμφισημία μέσα στο νόημα. Ο αγώνας μας συνίσταται στην αναγκαιότητα διοχέτευσης της ζωικής γονιμότητας μέσα στην τάξη του πολιτισμού, εμπλουτίζοντας έτσι το νόημα με την απαραίτητη εκείνη πολυσημία που εν τέλει ανοίγει το δρόμο της ελευθεριάζουσας καλλιτεχνικής δημιουργίας, της γιορτής, του οργίου και του παιγνιδιού.
Αυτή είναι η αναδυόμενη εναλλακτική πρόταση και δεν είναι επί ξύλου κρεμάμενη. Οι σύμμαχοί της όλο και πληθαίνουν, αν αναλογιστούμε από τις διακειμενικές εξελίξεις της ίδιας της ψυχανάλυσης και της φιλοσοφίας. Φαίνεται πως ο στοχασμός του τελευταίου αιώνα δικαιώνει ξανά και ξανά την τάση επιστροφής προς την πρωτογενή έκσταση. Αν ο πατριαρχικός πολιτισμός για κάτι περισσότερο από δυο χιλιετίες εδράζετο στη ριζική αποποίηση του πολύσημου και χαοτικού ασυνειδήτου, η επί του παρόντος αντι-ηρωική άρση της υποχονδριακής ταυτότητας-προς-εαυτόν, από την οποία γονιμοποιήθηκε άλλοτε η αστική έννοια του υποκειμένου, αποκαλύπτει ξανά την πραγματική πατρίδα του Οδυσσέα: δεν είναι αυτή η Ιθάκη, δεν είναι η αποστροφή από την έκσταση και η συνακόλουθη αποδιαφοροποίηση του Εγώ- πατρίδα του είναι το ίδιο το ταξίδι, δε θα ήταν τίποτε δίχως αυτό. Η κλασική λοιπόν αντίληψη της ψυχής έχει ως γενέθλιο τόπο τη ριζική αποποίηση αυτού του  ταξιδιού και των μυστήριων σταθμών του, με το οποίο εννοούμε μεταφορικά τις αρχαϊκές, εξισωτικές κοινωνικές δομές και τις ιερουργικές πράξεις οργιαστικού χαρακτήρα. Θα πρέπει τώρα πια να παραδεχτούμε, συντετριμμένοι καθώς είμαστε από την απόβαση στην αμφιλεγόμενη «πατρίδα», ότι μια τέτοια ριζική αποποίηση είναι η ίδια η διαγραφή της πρωτογενούς έκστασης που εκπηγάζει από το ανεπιτήδευτο υπάρχειν.
Στα πλαίσια της αναδυόμενης ψυχοθεραπείας, εδώ δεν εννοούμε άλλο από την βεβιασμένη μας στροφή από τα επιβλητικά σχήματα του προστατικού λόγου που μας εξαναγκάζει να υπομείνουμε το έγκλημα κατά της ζωής ώστε να αναβιώσουμε τα δώρα του πειραματικού βιώματος που συνήθως αποπερατώνεται στην ευδαιμονία του προσώπου. Παύουμε πλέον να επαληθεύουμε τα νοήματα που έχουν σφυρηλατήσει με την πένα τους κάποιοι χρησιμοθήρες, στην αναζήτηση ενός συγκεντρωτικού κόσμου που θα ευνοεί τη διαχείριση του πλούτου. Αναζητούμε ένα άλλο θεμέλιο που δεν έχει καμία σχέση με το γραμμικό νόημα της λογοκρατίας. Ιθάκη μας είναι ο ίδιος ο ωκεανός του απροσδιόριστου Είναι, εκεί δηλαδή που απουσιάζει το κατά κανόνα ενοχικό νόημα. Φτάνοντας εκεί κανείς συνειδητοποιεί ότι αυτός δεν είναι ένας τόπος-ομφαλός που αντίκειται συγκεντρωτικά των πάντων αλλά μάλλον ένα πανταχού-παρών σημείο (ένα υπερσημείο!), ένας άπειρος χώρος δυνατοτήτων, η πρόσβαση του οποίου είναι αυστηρά απορητική και άρα αείποτε μυστήριος. Με άλλα λόγια, η θεραπεία της ψυχής συμβαίνει όταν φτάνουμε βιωματικά στη συνειδητοποίηση του Είναι ως έχει: ως απροσδιόριστο, έκκεντρο και αθεμελίωτο, η ίδια η πηγή της συνειδητοποίησης που εστιάζει επί αυτού του αυτοαναφορικού κατόπτρου. Το Είναι ως πηγή της παρουσίας, το Είναι ως καθρέφτης της καθαρής συνειδητότητας- τέτοιες βιωματικές συνειδητοποιήσεις δεν χρειάζονται τον κατανυκτικό προορισμό της Ιθάκης (που σε επαληθεύει, που σε κάνει ήρωα) διότι πανταχόθεν έρχεται το διονυσιακό γέλιο, κανένας λόγος να τιθασεύσεις την παιγνιώδη δραστηριότητα υπό τις επιταγές του ομογενοποιού Νόμου. 

Οι συνεπαγωγές μιας τέτοιας ψυχοθεραπείας στο επιθυμητικό είναι τεράστιες, πρωτίστως, επειδή αποφορτίζει το πρόσωπο από τη βαθύτερη υπαιτιότητα της δυστυχίας του, που δεν είναι άλλη από την εμπλοκή του στη σπαρακτική διάζευξη που προκαλεί η ενοχή. Η προαναφερθείσα ταύτισή μας με τη νησίδα του ασυνείδητου ωκεανού και η ναρκισσιστική λατρεία της ως μια κάποια Ιθάκη, θέτει εσφαλμένα την έννοια της συνείδησης (που τελικά δεν είναι άλλη εν δυνάμει από τον ίδιο τον ωκεανό) σε δομική αντίθεση με όλες αυτές τις θυμικές παραστάσεις του Ποσειδώνα... το ένστικτο, την ενόρμηση, την επιθυμία. Τουναντίον, αυτά θα πρέπει επιτέλους να θεωρηθούν ως στοιχειακές μορφές της συνείδησης. Εν ολίγοις, η νησίδα-Ιθάκη δεν είναι παρά απόρροια του ωκεανού· σε καμία περίπτωση ένα αποφατικό απόσπασμα. Οι πηγαίες ενορμήσεις, οι επιθυμίες, τα ένστικτα αποτελούν διαδικασίες που γεννούν το ίδιο το υποκείμενο. Θεμιτό είναι λοιπόν το να επιστρατεύσουμε τη μέθοδο της καταφατικής διαχείρισης ώστε οι οποιεσδήποτε αρνητικές πτυχές του ασυνειδήτου να μεταρσιωθούν σε ύστατα απαυγάσματα της πνευματικής συνειδητότητας. Αυτό δεν μπορεί να συμβεί σε καμία περίπτωση μέσω της καταστολής τους. Τέτοιες αποφατικές πρακτικές αποτελούν τον ίδιο το μοχλό της αναπαραγωγής των συμπτωμάτων. Πρέπει, απεναντίας, να αφήσουμε τα περιεχόμενα του ασυνειδήτου να μιλήσουν, ακόμη κι αν το αυτό που θα πουν είναι το πιο ριζοσπαστικό κι απαράδεκτο. Καμία λογοκρισία στo σύμπτωμα. Η καταφατικότητα θα διευκολύνει τόσο την ψυχοδυναμική της ώση που η αναδίπλωσή της προς την αυτοϊαση θα συμβεί ταχύτατα. Τοιουτοτρόπως, τα βουβά αιτήματα αυτορρύθμισης του ψυχο-οργανισμού βρίσκουν αντίκρισμα σε αντιδιαστολή με μια ψυχοθεραπευτική πρόθεση επανένταξης του ατόμου στο σύνολο και συνακόλουθης καταστολής των πηγαίων εκφράσεων του που τελικά θα αποτελούσε μια κωφάλαλη διαδικασία προσωρινής βελτίωσης. Γνώμονάς μας δεν είναι το μακροπολιτικό συμφέρον μιας αρρωστημένης κοινωνίας· γνώμονάς μας είναι η πληρότητα του υποκειμένου, ακόμη κι αν χρειαστεί να επέλθει η ρήξη με τους κανόνες που το επιβουλεύονται.
Σε αυτή μας την επιλογή δεν παρουσιαζόμαστε εντελώς πρωτότυποι. Εδώ κάνουμε λόγο για την ανάδυση μιας απωθημένης οντολογίας που άλλοτε αποτελούσε την «ορθοδοξία» των αρχαϊκών κοινοτήτων. Γυρνάμε τη ματιά μας σε όσα ρήμαξε ο Πατρικός Νόμος, διαγράφοντας ακόμη και τη νοσταλγική μας ανάμνηση ως ένα κάποιο «Προπατορικό Αμάρτημα» που εξακολουθεί να μας ευνουχίζει. Σήμερα γνωρίζουμε τα κατάλοιπα αυτής της αρχαϊκής οντολογίας, στη Δύση ως «Διονυσιακή» και στην Ανατολή ως «Ταντρική». Πρόκειται για μια τεχνοτροπία του ζην που διακρίνεται από τη βιωματική εξομοίωση, την εν-αίσθηση και τον συντονισμό με το Άλλο, δηλαδή το κατεξοχήν έτερο των προσίδιων ταυτοποιήσεων που μας εγκλωβίζουν καταναγκαστικά στην χωροχρονική επικράτεια της πατριαρχικής οντολογίας. Μέσω αυτής της μεθοδολογίας της πνευματικής αφύπνισης αποπειρόμαστε να επιστρέψουμε γνωστικά και βιωματικά στη φάση προ της διάρρηξης του «αδιαφοροποίητου» δεσμού του βρέφους με τη μητέρα, από την οποία και αναδύθηκε η σπερματική αντίληψη της πραγματικότητας ως τέτοιας. Με άλλα λόγια, επιστροφή στο μαγματικό φαντασιακό του ασυνειδήτου, εκεί οπού δεν υπάρχει Νόμος για να τεμαχίσει τις πρωτογενείς ενορμήσεις σε ενοχικές διχοστασίες. Με βάθρο λοιπόν την πραγματική οντολογική απαρχή της εαυτότητας, που είναι η άγρια, ακαλλιέργητη περιοχή της ψυχής, μπορούμε να αποπρογραμματίσουμε αποτελεσματικά τα περιεχόμενα που έχει αυθαιρέτως εγκαθιδρύσει ο κοινωνικός προγραμματισμός ως δήθεν πρωτογενή. Ο νατουραλισμός αυτής της ανεπιτήδευτης αυτοπραγμάτωσης που φτάνει μέχρι τις ρίζες του γίγνεσθαι, εντοπίζοντάς τες βαθιά στον ψυχικό διάκοσμο (παρά στα εξωτερικά γεγονότα) είναι το καλύτερο αντίδοτο στην επίσης βαθιά δυστυχία που τώρα πια μας διακατέχει ολοκληρωτικά.
Φυσικά μια τέτοια βαθύτατη βολιδοσκόπηση του εαυτού δεν οδηγεί αλλού παρά στην μικρομοριακή αντέγκληση στα όσα έχει εδραιώσει ενδόμυχα ο κοινωνικός προγραμματισμός. Όντας μια εκστατική διαδικασία που μας εκτοπίζει από την επικράτεια του, χειραγωγημένου από τον Πατρικό Νόμο, Εγώ, διανοίγει έναν νέο ορίζοντα στη φιλόδοξη ματιά του αναλυόμενου υποκειμένου που δε διαφέρει σε τίποτα απ΄όσα έχει οραματιστεί η ιρασιοναλιστική ιερουργία του Σαμανισμού. Η πρόσβασή μας σε ένα τόσο βαθύ επίπεδο απ’ όπου καθαιρείται η οροθέτηση όλων των περιεχόμενων του νου, συντονίζει τη σκέψη με τη μικρομοριακή λογική του ασυνειδήτου εκ της οποίας ανασύσταται όχι μόνο ο εαυτός αλλά και η ίδια η πραγματικότητα. Τρόπον τινά, δύναται να συμβεί μια νέα κοσμογονία που ευνοεί τον διάλογο του υποκειμένου με την πραγματικότητα επί μιας άλλης πλέον βάσης που αντιπαρέρχεται δραστικά τις επιταγές του κοινωνικού προγραμματισμού. Επιτέλους συμβαίνει εκείνο που ανομολόγητα όλοι επιθυμούν. Αναφερόμαστε εδώ στην πρωτογενή επιθυμία για την οποία κάναμε λόγο παραπάνω, η οποία είναι επιθυμία για απόλυτη αφομοίωση με το Σύμπαν και άρση της βαριάς ευθύνης που φέρει το φύσει πλαστό Εγώ της αποξένωσης και της απαλλοτρίωσης. Άλλωστε όλα τα τραγούδια, οι καθαρμοί, τα τελετουργικά του αυθεντικού θρησκεύεσθαι, η ποίηση, η τέχνη, ο χορός, και οτιδήποτε άλλο θα θεωρούσαμε «διονυσιακό», περιστρέφονται γύρω από αυτό το πρωτογενές αίτημα της ψυχής, που δυστυχώς στην αστική μας κατάντια έχουμε διαστρεβλώσει παντελώς: ζωτική εκμηδένιση του αποστασιοποιημένου από τον Κόσμο Εγώ- επιστροφή στη Μήτρα του Όντος!
Ιδού λοιπόν μια ευφραντική αποστολή που θα επιτείνει την αναμενόμενη νέα ανθρωπογένεση. Έτσι είναι που τα βάσανα της οδυνηρά και οικτρά μερικευμένης οντότητας του αστικού τοπίου θα φτάσουν στην τελική του κάθαρση. Ο Homo Gestalt θα σηκώσει το θεάρεστο ανάστημά του όταν πλέον πατήσει γερά επί της νέας υπαρξιακής γνωσιολογίας· επί της συνειδητοποίησης ότι μέλημά μας δεν είναι η συγκατάβαση των ψυχοκοινωνικών μοτίβων που μας εγκλείουν στα απελπιστικά καλντερίμια ενός αδίστακτου κι απάνθρωπου Νόμου. Μέλημά μας, τώρα που οι πρώτες ανταύγειες της αυγής σχίζουν τη βαθιά νύχτα της Ιστορίας, είναι να βάλουμε πλώρη για εκείνη την αχαρτογράφητη περιοχή του μη-γνώσιμου, του ριζοσπαστικά Άλλου... της ίδιας δηλαδή της πηγής του εαυτού που λησμονήσαμε καθώς θωρούσαμε στον καθρέφτη το κατακερματισμένο μας πρόσωπο. Αυτή είναι η πιο ενδελεχής θεραπεία, εκείνη που θα μας εξαγνίσει στα νάματα του Είναι, διυλίζοντας κάθε εγωκεντρική πρόθεση, κάθε κακόβουλη πράξη, οτιδήποτε προκαλεί τις σκιές της καχυποψίας. Η πιο βαθιά πνευματική αναγνώριση ενός Κόσμου που επαναφέρει την πρωτογενή ασφάλεια του προσκολλημένου στο μαστό βρέφος είναι εκείνη που διερωτάται για το απροσδιόριστο οντολογικό υπόβαθρο, αυτό το ερμητικό Είναι, δίχως να πέφτει σε παγίδες ερμηνευτικής παγίωσης ή πρώιμες δογματικές εξηγήσεις. Πρόκειται για κάτι εντελώς διαφορετικό, για έναν αφουγκρασμό στη βαθιά δόνηση του Όντος, την προσπέλαση προς τον Παράδεισο που μας έχουν αποστερήσει οι μυθολογίες του κτητικού ανθρώπου που παλεύει με τις θεωρίες της άγνοιας και του ρεβανσισμού.
Ουαί! μπροστά ο θάνατος... Το πεπρωμένο της ανθρωπότητας εναπόκειται σε μια τέτοια ριζοσπαστική μεταστροφή προς τα κλήματα της αδήριτης εορτής.




Εμπνευσμένο από το βιβλίο "ΤΑ ΟΝΟΜΑΤΑ ΤΟΥ ΔΙΟΝΥΣΟΥ- ΠΡΟΑΝΑΓΓΕΛΙΕΣ ΜΙΑΣ ΔΙΑΡΚΩΣ ΜΑΤΑΙΟΥΜΕΝΗΣ ΕΛΕΥΣΗΣ" 
του ΦΩΤΗ ΤΕΡΖΑΚΗ