Σάββατο 29 Οκτωβρίου 2016

ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΣΥΓΧΡΟΝΗΣ ΘΕΟΥΡΓΙΚΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗΣ


Ο γνωστός άτλας της ανθρώπινης ιστορίας απαρτίζεται έως εδώ από τρεις ρηξιγενείς σχάσεις, με τις οποίες διαδοχικά εκκινούν τρία διαφορετικά ρεύματα συνειδητότητας. Στην κάθε φάση σταχυολογείται μια ποικιλία από γνωσιολογικές, επιτελεστικές, μεταφυσικές ή θρησκευτικές τάσεις, που επί της ουσίας απεικονίζουν τον τρόπο με τον οποίο η συνειδητότητα επεξεργάζεται την πληροφορία. Εν προκειμένω, προς χάριν μιας εύληπτης αντίληψης του πώς εξελίχθηκε το θρησκεύεσθαι, θα διαχωρίσουμε την επεξεργασία αυτή δια μέσω των τριών αυτών φάσεων.
Η πρώτη φάση χρονολογείται στην αρχαϊκή εποχή –προτού αρχίσει η εγγράμματη αφήγηση του δυτικού πολιτισμού στους κόλπους του Αιγαίου Πελάγου- και κατόπιν μιας θεουργικής επανάστασης που επήλθε δια της λήψης των ενθεογενών βοτάνων εδραιώνοντας έτσι μια συνειδητότητα που οριζόταν από την ακαταδάμαστη αισθητηριακή ρευστότητα, την αισθητική χειρονομία της τελετουργικής επανάληψης, την αυθόρμητη και αυτοσχέδια συμπαράταξη των ερεθισμάτων με κάποιον υπερβατικό κανόνα, που ουσιωδώς αναδυόταν εμμενώς στον αυθαίρετο συλλογισμό του υποκειμένου. Ως εκ τούτου, ο τρόπος επεξεργασίας της πληροφορίας εικάζεται πως ήταν αδιάφορος στις σημάνσεις που επισπεύδουν κάποια πάγια αποτύπωση της αλήθειας. Υπήρχε μια ρευστή αεικίνητη τροπή ανά τις ιδιότητες των δεδομένων κατά τρόπο που έθετε τη συνειδητότητα και το ενδεχομενικό στο εφαλτήριο του κανόνα. Φυσικά, απαράβατοι τελετουργικοί κανόνες υπήρχαν, εντούτοις, ο σχεδιασμός τους ήταν αδιαφιλονίκητος επειδή ακριβώς βασιζόταν στις φαινομενικές ενδείξεις του χρόνου δια μέσω του έναστρου ουρανού, της Σελήνης και του Ήλιου. Εκείνο που είχε πρωτεύουσα σημασία δεν ήταν ο ορισμός του Προφήτη ή έστω της Μεγάλης Ιέρειας· σημασία είχε η συντηρητική διασφάλιση των πηγαίων αρχών της ύπαρξης μέσω της καταφατικής τους αναπαράστασης στο βιόκοσμο κατά τρόπο λατρευτικό, δηλαδή αμιγώς αισθητικό και αποτεινόμενο στην αυτοτέλεια της ιεροπραξίας.
Δεν είναι ξεκάθαρο σε ποια ακριβώς ιστορική φάση διαδραματίστηκε η ριζική μεταστροφή προς την δεύτερη θεουργική επανάσταση, αλλά όταν πια ο πολιτισμός ήταν επικεντρωμένος στην αστική αναπαραγωγή των εγγράμματων ιδεωδών, σκιαγραφήθηκε ένα αόριστο μεταίχμιο που έως την ρωμαϊκή στέψη του Ιησού Χριστού, στους πρώτους αιώνες της κοινής χρονολογίας, εκδηλώθηκε οριστικά και με μονιμότητα. Εάν η πρώτη θεουργική επανάσταση συνέβη μέσα από την οργιαστική έκσταση και την αχαλίνωτη ανάπτυξη του φαντασιακού, η δεύτερη θεουργική επανάσταση επήλθε ως το νηφάλιο σήμαντρο συγκεντρωτισμού όλων των φαντασιακών, λατρευτικών και μυθολογικών αναφορών του παρελθόντος στα επίκεντρα διάφορων δογματικών επιφάσεων περί του θεϊκού. Τα δόγματα αυτά εξήραν και το ανάλογο ανάστημα θεουργικής λιτανείας, αυστηρώς εντός μιας αρχής και ενός συγκεκριμένου μοτίβου που δρα επί της συνειδητότητας αποκλειστικά, αποβάλλοντας στα πέριξ κάθε ετερογενή προσβολή ως υβριστική. Ουσιαστικά μιλάμε για την ανάδυση του φαντασιακού μονοπωλίου στον τρόπο που δύναται να συλλάβει η ψυχή την ολοτροπική πορεία προς το άπειρον. Το «μονοπώλιο» αυτό στήθηκε από την ανάλογη συνειδητότητα, της οποίας εξελικτική φάση ήταν το να αρχίσει να ερείδεται στα στατικά κελεύσματα του συγκρουσιακού λόγου και όλες τις συνακόλουθες αράδες των ιδεολογικών φρονημάτων που συναθροίστηκαν στην έριδα ενός ιδεώδους της αλήθειας. Δε θα μπορούσε να γίνει αλλιώς.
Όντως ήταν φαταλιστική η νυχτερινή πορεία της συνειδητότητας εν δια μέσω σφαγών και γενοκτονιών που στο βαθύτερό τους πυρήνα είχαν τη φοβία απέναντι στη δυνατότητα διαφορετικής θεουργικής επιτέλεσης. Δεν ήταν απλά ο αγώνας απέναντι στον αλλόθρησκο της λέξης, όσο ο αγώνας απέναντι στη συνειδητότητα που ανά πάσα στιγμή θα διαμήνυε την πλαστότητα της οιασδήποτε μεταφυσικής αφήγησης, εν γένει. Ο μισαλλόδοξος φόβος, που χαρακτηρίζει τα τεκταινόμενα που εδραίωσε η δεύτερη θεουργική επανάσταση, είναι δείγμα του πόσο έγκλειστη υπήρξε η υπερβατική ενατένιση εντός της επικράτειας κάποιας απαράβατης αρχής, που, παρότι καθαρά αποκύημα λόγου με ανθρώπινο συμφεροντολογικό άξονα, επικράτησε με την αίγλη του αυταπόδεικτου και του αυτοδίκαιου περισσότερο ακόμη κι από ένα αστρονομικό γεγονός ή μια εποχιακή εκδήλωση της Φύσης. Άλλωστε όλα τα φυσικά φαινόμενα υποσκελίστηκαν από την αύρα της δογματικής απόφανσης και εξ ου η θρησκευτική διαγωγή των πληθών έως την επεισοδιακή αυγή της τρίτης χιλιετηρίδας υπήρξε ασφυκτική εντός μιας αποστεωμένης σύλληψης του θεϊκού.
Δεν ήταν παρά το αποτύπωμα της συνειδητότητας που αναστοχαστικά έφτανε μέχρι την κρεμάλα της λέξης. Η θηλιά της κρεμάλας, όμως, σήμερα παραμένει κενή ως μια διαφορετική της ανάγνωση –δεν είναι η κατάληξη που επισημαίνει το θάνατο στην ελεύθερη βούληση αλλά το ενδιάμεσο λάσο που στο εξής μέλλει να της δώσει ξανά τις πλούσιες θεουργικές δυνατότητες που για τόσους αιώνες στερήθηκε.
Βρισκόμαστε λοιπόν πάλι σε ένα αόριστο μεταίχμιο, όπου οι μεταλλαξιακές δραστηριότητες ζυμώνονται σταδιακά και με μια ημιτελή ή μη-συνεκτική ακόμη τροπή ώστε να μπορούμε να συλλάβουμε επαρκώς τα χαρακτηριστικά της νέας εποχής που καθιερώνεται. Το μόνο σίγουρο είναι ότι βρισκόμαστε στο ξέσπασμα μιας νέας θεουργικής επανάστασης, της τρίτης, η οποία έρχεται ως συνέπεια της αναδυόμενης πρισματικής συνειδητότητας. Ποια είναι τα χαρακτηριστικά αυτής της συνείδησης; Λόγω όλων των τεχνογνωσιακών εφαρμογών και της φρενιτιώδους εξέλιξης των μέσων, όπως είναι το Διαδίκτυο, η συνειδητότητα έχει αντιπαρέλθει την λογοκρατία, την εμμονή δηλαδή με το φετίχ της λέξης, του ορισμού, της επωνυμίας ή της ταυτότητας των πραγμάτων και των προσώπων. Εκείνο που συμβαίνει αντ’ αυτού είναι μια θαρρείς αισθητηριακή απόλαυση των πληροφοριακών δεδομένων, δίχως να επιβάλλονται τα στατικά σημεία αναφοράς που εκφέρουν αυτά –δεν είναι πλέον η στατική σήμανση της πληροφορίας που μας ενδιαφέρει· εκείνο που μας συνεπαίρνει είναι η διάχυση που προκαλεί η ταχύτητα των δεδομένων, το μετείκασμα των μορφών που αναπλάθεται στην αργαλειό του φαντασιακού, αναπαράγοντας οπτασίες που αποτυπώνουν εκείνο που ο ενταλματικός λόγος του εξωκοσμικού Θεού αποβάλλει ως «αιρετικά μιάσματα». Ούτε λόγος να γίνεται για αίρεση, εντούτοις, εντός ενός πεδίου που, στον αναδιπλασιασμό των αποκαλύψεων και των απομυθοποιήσεων, έχει καθαιρέσει ολοσχερώς την επιστημονική σαφήνεια του θρησκευτικού πρότυπου. Μπορεί η τεράστια πλειονότητα των πληθών να βολοδέρνει ακόμη πίσω από εντελώς παρωχημένα θρησκευτικά στεγανά, που στον πληροφοριακό όλεθρο που τα αλέθει όλα, δεν έχουν όμως καμία ελπίδα σωτηρίας για το μέλλον που έρχεται.
Η τρίτη θεουργική επανάσταση έρχεται σήμερα για να καθιερώσει την φαντασιακή αυθαιρεσία στον τρόπο που συλλαμβάνουμε την ολοτροπική φανέρωση του θεϊκού και τη σύνολη βέλτιστη δυναμική που συνεπάγεται μια τέτοια υπαρξιακή ώση. Όπως ακριβώς οι ιδεολογίες έχουν θρυμματιστεί στο χωνευτήρι των αναθεωρήσεων και έχουν αφήσει το υποκείμενο ελεύθερο να εκφέρει νέες τυπολογίες αξιών, στην θρησκευτική συνείδηση συμβαίνει το ίδιο πράγμα: καταλύεται κάθε δογματική παγίωση στον τρόπο που εκπτύσσεται η πνευματική ανάταση, αφήνοντας το ελεύθερο όχι μόνο στις νέες υβριδικές/αιρετικές προσμίξεις θεουργικών επιτελέσεων αλλά και για την ανάδυση παντελώς ριζοσπαστικών εφαρμογών. Στην εποχή που οι προφάσεις του λόγου γίνονται έκθετες για το ιδιοτελή τους χαρακτήρα, είναι φυσικό να καταδύεται ένας ολόκληρος πολιτισμός καθιερωμένων αρχών που δήθεν θεσμοθετήθηκαν εξ αποκαλύψεως. Καθώς γνωρίζουμε πλέον τον σχεσιακό χαρακτήρα της αναπαραγωγής των ιδεών και των υποστάσεων, δεν μπορεί να υπάρξει το οποιοδήποτε πρότυπο θεουργικής λατρείας, διότι τώρα αναγνωρίζουμε ότι η λατρεία δεν αποτείνεται σε κάποια ηγεμονική απόληξη αλλά στον απροσδιόριστο οντολογικό πυθμένα του απείρου· επιπλέον, ότι ο δρόμος προς τα εκεί στραφταλίζει με τις πολυειδείς αντανακλάσεις της πρισματικής συνειδητότητας –η παγγνωσία έχει πλέον ως ορισμό της τον κανόνα της παιγνιώδους αναίρεσης…
Αυτό είναι το τοπίο που διαμορφώνεται στον 21ο αιώνα και εντεύθεν: κατακερματισμός των θρησκευτικών άρκτων σε ένα σμήνος αιρετικών ομαδοποιήσεων που επανανακαλύπτουν τις φαντασιακές αρχές της θεουργίας μέσα από την αυτοσχέδια πνευματική ανάπτυξη του υποκειμένου, ριζικώς. Μολονότι, αυτό το τοπίο αφορά μόνο τα πιο εκσυγχρονισμένα κέντρα του πλανήτη, είναι ευνόητο ότι στα επόμενα χρόνια θα πλήξει και τα πιο παραδοσιακά φρούρια, όπως είναι αυτά της εγγύτερης Ανατολής, που συντηρούν ακόμη την επανάσταση μιας όψιμης εποχής, που έχει για τα καλά πια πολυκαιρίσει.
Για να καταλάβει κανείς το τι ακριβώς συμβαίνει, θα κάνουμε μια συγκεκριμένη αναφορά στην βραζιλιάνικη δοξασία Santo Daime, της οποίας καταβολές βρίσκουμε στον Ρωμαιοκαθολικισμό, με μια πρωτοφανής «στρέβλωση» στην συντήρησή του. Το θεουργικό ρεύμα που καλλιεργείται στους κόλπους αυτής της λατρείας έχει ως πρώτιστη αρχή τη λήψη μιας ουσίας, που συναντάμε συχνά στις αρχαϊκές λατρείες της πρώτης θεουργικής επανάστασης: τη διμεθυλοτρυπταμίνη (DMT). Η λατρεία έχει λοιπόν ως πρώτιστο γνώμονα το σπλαχνικό βίωμα της έκστασης, το οποίο «ενδύεται» με τις ιουδαιοχριστιανικές παραστάσεις που εδραίωσε η παρωχημένη δεύτερη θεουργική επανάσταση. Ενώ εκ πρώτης όψεως φαίνεται ότι η αίρεση αυτή έχει έναν καθαρά αναχρονιστικό χαρακτήρα, προς το ρωμαιοκαθολικό παρελθόν, το βίωμα που αποκομίζει κανείς μέσα από τον μυσταγωγικό κύκλο είναι κάθε άλλο παρά χριστιανικό, έτσι όπως έχει καθιερώσει την έννοια η γραμματεία των περασμένων αιώνων. Μπορεί να ξεκινάει με την πρόφαση του χριστιανικού, όμως γρήγορα το ίδιο το εκστατικό βίωμα αποκαλύπτει ότι αν όντως είναι «χριστιανικό» θα πρέπει να είναι έτσι επειδή αναδύεται μια άγνωστη πρωτογενής του μορφή, που δεν έχει καμία σχέση με τις υστερόχρονες βαρβαρότητες του κυρίαρχου εκκλησιαστικού δόγματος. Ή, διαφορετικά, το εκστατικό βίωμα γδύνει κάθε τέτοια χριστιανική πρόφαση, που στην ουσία αποκρύπτει τη συγκρητική μίξη παράταιρων θεουργικών τυπολογιών, όπως της αφρικανικής Σαντέρια και του ινδιάνικου Σαμανισμού, με εξωφρενικό πυρήνα τον Ιησού Χριστό, καθαιρώντας έτσι κάθε έννοια του «χριστιανικού»…
Είναι ενδιαφέρον να δούμε ποιος είναι αυτός ο συγκεκριμένος Ιησούς Χριστός της Santo Daime, διότι απεικονίζει ακριβώς σε ποιο βαθμό έχει μεταλλαχθεί η συνειδητότητά μας και άρα η οποιαδήποτε θεολογική ή θεουργική επιτέλεση αυτής. Έχουμε συνηθίσει για πολλούς αιώνες τώρα να απεικονίζουμε τον Σωτήρα ως έναν συγκεκριμένο ήρωα, μιας συγκεκριμένης γεωγραφίας, εξανιστάμενος σε μια συγκεκριμένη πατριαρχική παράδοση. Αυτός ο συγκεκριμένος Σωτήρας, δήθεν ένα ιστορικό πρόσωπο που συνυπάρχει στην ίδια γραμμή αφήγησης με τον Winston Churchill και τον Ανδρέα Παπανδρέου, παρότι είναι ο ολοτροπικός δείκτης της κάθε ψυχής, διαφυλάσσεται ως σήμερα σαν η απόλυτη ιστορική αρχή, το πρόσωπο εκείνο που με την αυθαιρεσία του επισήμανε την ιστορική μάζωξη προς την Σωτηρία –δεν έκανε άλλο όμως από το να γίνει το σήμα-κατατεθέν της δεύτερης θεουργικής επανάστασης και της εδραιωμένης της επικράτειας που τώρα πια καταδύεται. 
Σήμερα βλέπουμε με ενδιαφέρον αυτό το ρεύμα εμπειρικής χριστολογίας στους κόλπους της Santo Daime. Η εξύμνηση του Σωτήρα, όμως, πάνω στην παράφορη εναντιοδρομία της έκστασης και τη γκροτέσκα ατμόσφαιρα που δημιουργούν οι τελετουργικοί εμετοί συμβαίνει να τον εκθέτει με έναν τρόπο που δεν επιβοηθεί ιδιαιτέρως το έργο συντήρησης του Χριστιανισμού. Κατά τη διάρκεια της θείας επιφοίτησης που αναντιρρήτως συμβαίνει εκείνες τις μυστήριες ώρες της τελετής με το “Daime” (το τρυπταμινουχο αφέψημα), ως εκ φυσικού εκδηλώνεται το πρισματικό ασυνείδητο και οι συνακόλουθες πολύπλευρες ερμηνείες των πραγμάτων. Δεν υπάρχει μεγαλύτερη αντίφαση από το μονολογικό δογματικό σύμβολο ενός περασμένου Αιώνα, με αυτό που συμβαίνει στην ίδια την συνείδηση, αυταπόδεικτα εκείνη τη στιγμή! Αν κάτι αξιομνημόνευτο συμβαίνει σε εκείνη τη οξυκόρυφη φάση της έκστασης είναι το πώς κατακρημνίζεται το Εγώ του καθενός σε άμεση συστοίχιση με το ίδιο το θέατρο σκιών που επέβαλλε την απόλυτη κατίσχυση ενός συγκεκριμένου Εβραίου Σωτήρα. Μαζί με τις ψευδαισθήσεις του υποκειμένου, διασύρεται και η δογματική συνείδηση της χριστολογίας, που αρέσκεται να εξεικονίζει το θεϊκό αποκλειστικά και μόνο δια μιας φαντασιακής επιτέλεσης…
Εν κατακλείδι, ένα πράγμα συμβαίνει μακροπρόθεσμα μέσα από τις τελετές της Santo Daime, οι οποίες πλέον έχουν απλωθεί σε όλη την υφήλιο. Εκτός από την συντήρηση κάποιων ιουδαιοχριστιανικών γνωρισμάτων, διατελείται η υβριδική τους πρόσμιξη με ετερογενείς παραδόσεις, πλούσιου παγανιστικού κλήρου, που συναντάει τώρα ανά τον κόσμο και εξαιτίας των οποίων αναμένεται να καθαιρεθεί το ίδιο το επίκεντρο της χριστιανικής αφήγησης: ο Σωτήρας ως ιστορικό πρόσωπο και η «καθαρόαιμη» λατρεία Του. Δεν υπάρχει ίχνος «καθαρού αίματος» στη λατρεία αυτή, αν αναλογιστούμε τις φυγόκεντρες γητεύσεις που κάνει το φαντασιακό ασυνείδητο, κατά τη διάρκεια της εμπειρίας, προς αρχαίες θεότητες και στοιχειακές οντότητες της Μητέρας Φύσης. Αν κάποιος πρέπει οπωσδήποτε να διασωθεί μέσα από αυτόν τον τερπνό χαλασμό της έκστασης, αυτός είναι ο αρχέτυπος πατρόνας της, στον οποίο άλλωστε βασίζεται στρεβλωτικά η χριστιανική εικονοποιία: Είναι ο Ζαγρεύς, ο Διόνυσος, ο Πανθηρολάτρης, ο Ταυρομέτωπος…
Βλέπουμε λοιπόν στην εκδήλωση του θεουργικό ρεύματος της Santo Daime ό,τι πιο περιεκτικό της σύγχρονης θεουργικής επανάστασης. Ο Ιησούς Χριστός εν ριπή ιριδίζοντος οφθαλμού απεκδύεται την ιστορική του αναγκαιότητα και τα αυτοκρατορικά του φρονήματα που με κέλευσμα ολοκληρωτισμού αντιμάχονται το μωσαϊκό των αυθόρμητων παγανιστικών λιτανειών και ευθύς αμέσως γίνεται ο θεός ο τρομερός, της έκστασης ο διθύραμβος, ο Διγενής, ο Άγριος, ο Αμπελουργός. Και ξαφνικά οι θαμώνες συνέρχονται μπροστά στο αυταπόδεικτο τεκμήριο: το «Daime» δεν είναι παρά το αίμα εκείνου του θεού· το Banisteriopsis Caapi του Αμαζονίου, δεν είναι παρά η αγαστή άμπελος· η τελετή πόσης δεν είναι παρά ο σπαραγμός του Εγώ από τους Τιτάνες του ασυνειδήτου και η δεύτερη γέννηση στο πεδίο της απόλυτης εκείνης φαντασιακής ελευθερίας που αντίκειται κάθε δογματική υπαγωγή.
Εάν ο Διόνυσος κάποτε έφερε την εκσυγχρονιστική λατρεία από την Ανατολή, φερόμενος την άμπελο από τις εκτάσεις της ινδικής χερσονήσου, σήμερα ο ίδιος ο Διόνυσος έρχεται από δυσμάς, φερόμενος την άμπελο της νέας χιλιετηρίδας με την οποία θα θεσμίσει τα τεκταινόμενα της πρισματικής πανθρησκείας.

Κάπως έτσι ίσως θα γίνει στο μέλλον αντικείμενο αφήγησης ένα από τα πιο εμβληματικά περιστατικά που εξεικονίζουν το σήμαντρο της τρίτης θεουργικής επανάστασης…