Παρασκευή 17 Δεκεμβρίου 2010

ΣΠΟΝΔΗ ΣΤΗ ΜΥΘΟΠΟΙΙΑ-ΕΞΟΔΟ

Οι ως εδώ αναφορές πολύ πιθανόν να μην αρκούν για τα πειστήρια που απαιτούνται για ένα εγχείρημα τέτοιου βεληνεκούς. Θα έλεγε κανείς ότι η απόπειρα συλλογικής αμνηστίας του Εωσφόρου ακούγεται πολύ ουτοπική και νεφελώδης μπρος στην αναμονή μιας πρακτικής ριζοσπαστικής αντιπρότασης. Το να επισπεύσουμε σε μια ανθρωπολογική μεταστροφή μόνο και μόνο με την πιθανολογούμενη εξύμνηση του κατεξοχήν ανάρμοστου, ακούγεται πράγματι απλώς σα μια ρομαντική παρατυπία δίχως το παραμικρό έρεισμα εφαρμογής. Αλλά επουδενί εκλαμβάνουμε το μύθο ως αυτοσκοπό. Δεν είναι η μυθοποιία στην οποία επαφίεται αποκλειστικά η πρόθεση μας για μια νέα ριζοσπαστική απαρχή. Εστιάζουμε εκεί προς χάριν συντομίας, για έναν, τρόπο τινά, «στενογραφικό» ορισμό της Μεταστροφής της ανθρώπινης κατάστασης. Δεν είναι τίποτα παραπάνω από το σημαίνον που αποδίδει ταυτότητα σε μια σειρά από εξελίξεις που, ούτως ή άλλως, στον συγκερασμό τους εγκαλούν μια τέτοιου είδους αλληγορική εγγραφή. Άλλωστε αυτό ήταν που διατελούσε ανέκαθεν η ανθρώπινη συλλογιστική. Για όσο καιρό οι εξελίξεις «τρέχουν» πέρα από την αιγίδα της αλληγορικής τους απόδοσης, θα παραμένουν δίχως ταυτότητα, απροσδιόριστες, χαοτικές και ανάξιες αναφοράς. Όταν είναι ανέπαφες από τις μυθολογικές εγγραφές του παρελθόντος μοιάζουν με απόξενες συνθήκες, μιλούν κάποια εντελώς άγνωστη διάλεκτο, προκαλούν ερμηνευτική αμηχανία. Ο τρόπος λοιπόν που αναμετρόμαστε με τη ρηξικέλευθη καινοφάνεια των συμβάντων συνίσταται στην υπαγωγή τους εντός ενός μυθολογικού/αλληγορικού πλαισίου, το οποίο απαραιτήτως θα πρέπει να έχει βαθιές καταβολές  στο χρόνο, ακόμη και όταν ο αφηγηματικός του προσανατολισμός στρέφεται προς μια πραγματικά νέα κατεύθυνση.
Αυτό ακριβώς αποπειρόμαστε όταν κάνουμε λόγο για την αμνηστία του Εωσφόρου. Δεν εννοείται η χειραφέτηση μιας υπερφυσικής οντότητας, αλλά η βαθιά καταστατική αρμοδιότητα στην τρέχουσα χειραφέτηση καταπιεσμένων τροπικοτήτων, ορμέμφυτων, ιδεών, τεχνοτροπιών ζωής. Εφόσον καταφανέστατα αυτό είναι που συμβαίνει τους τελευταίους αιώνες και κυρίως, ως αποκορύφωση, τις τελευταίες δεκαετίες, μας είναι αδύνατον να εφεύρουμε μια πιο αποδοτική αλληγορική αφήγηση από αυτήν. Διότι αν από την εφεύρεση του τυπογράφου και ύστερα η αυτοδίκαιη αύρα του θεοκρατικού χειρόγραφου καταποντίστηκε από την αναδυόμενη διακειμενική πολυφωνία αμέτρητων στοχαστών∙ αν οι μεγάλες μετα-αφηγήσεις της εσχατολογίας και της Ιστορίας, εξαιτίας τούτων των ρητορικών αποκαλύψεων, μετατράπηκαν σε «μουσειακά κειμήλια» εντός ενός κόσμου άνευ κανονιστικών πλαισίων, που από κάθε νέα ρητορική απόφανση αναδιαμορφώνεται σαν το αέναο καλειδοσκόπιο∙ αν η δυϊστική μεταφυσική που διαχωρίζει ύλη και πνεύμα και ο άτεγκτος ορθολογισμός έχουν χάσει κάθε εγκυρότητα στις ρηξικέλευθες αιχμές της νέας επιστημολογικής ορολογίας, τότε, αλήθεια, πώς θα εξεικονίζαμε αλληγορικά τούτο το  αναδυόμενο ανθρωπολογικό τοπίο; Ιδίως, όταν οι τεχνογνωσιακές μας εφαρμογές υπόσχονται την απόβαση μας στα Ηλύσια και την επίτευξη της πιο ολοκληρωμένης αυτονομίας μας από κάθε είδος κατασταλτικών δεσμών (και κυρίως των ηθικολογικών, στους οποίος άλλωστε ερείδεται η κρατική και διεθνιστική μηχανή εκμετάλλευσης), μυθολογικά σκεπτόμενος, είναι βέβαιον πως στις πρώτες περιστροφές της σκέψης θα το ψυχανεμιστείς .
Αν η αποδόμηση είναι το βασικότερο γνώρισμα της μετανεωτερικής κατάστασης κι αν σε αυτό βλέπουμε ό,τι πιο ελπιδοφόρο για τη διαδικασία ανάνηψης του ανθρώπινου προσώπου από τα τείχη που το περιχαρακώνουν, γιατί να μη δώσουμε στην τρέχουσα κατάρρευση εύφημο μνεία; Δεδομένου ότι η πραγματική ρευστή, κατά φύσιν απροσδιόριστη Αλήθεια αρχίζει και διαρρέει πέρα τα ερείπια των παρωχημένων πάγιων ορθοδοξιών που την κανονιζαν συμφεροντολογικά, πώς αλλιώς θα μπορούσαμε να αποδώσουμε την κοσμοϊστορική αυτή ανατροπή; Αν με κάθε νέα διατριβή, με κάθε νέο απαστράπτων μετανεωτερικό συλλογισμό η μεταστοιχείωση των αξιών παίρνει τροχιά όλο και πιο αλώβητη, θα υπήρχε καλύτερο επιμύθιο από την αναγνώριση της παράδοξης τιμιότητας του Εωσφόρου;
Είναι γεγονός ότι ο διάκοσμος του ιστορικού γίγνεσθαι, από την πρώτη περιτειχισμένη πόλη μέχρι το τελευταίο ουρανοξύστη που στεγάζει το παγκόσμιο καπιταλιστικό κέντρο, λίγο το λίγο καταρρέει. Πίσω βρίσκονται χαλάσματα- μάταιο να οπισθοδρομήσουμε για να τα περισώσουμε. Το πατριαρχικό όραμα ομογενοποίησης του πλανήτη, μιας παγκόσμιας κυριαρχίας, και μιας ατελεύτητης προόδου που υβριστικά παραγνωρίζει την οικολογική περατότητα, κάπου εδώ εκ των πραγμάτων τελειώνει. Και ταυτοχρόνως «απομυθοποιείται» όλη αυτή η πατριαρχική μυθοποιία, που κοσμείται από ηρωικούς εκτελεστές δράκων και όφεων, προς χάριν της εγκαθίδρυσης ενός κόσμου θεμελιωμένου στην αντικειμενική τάξη και την καταστολή. Σήμερα, ο Δράκος ή ο Όφις, όντας συμβολισμός της χαοτικής ενδεχομενικότητας, της οργανικής μας υπόστασης, του ασυνειδήτου, της λιβιδινικής μας ισχύος, βρισκόμενος σε ένα ευνοϊκότερο εξελικτικό ενδιαίτημα, αποζητάει, ως δείγμα αναστοχαστικής ωριμότητας, επιτακτικά την αμνήστευσή του.
Στην ενδεχομενική τροπή του σημερινού κόσμου, με όλα αυτά τα μέσα (όπως το Διαδίκτυο) που ωφελούν τα παραπάνω «δαιμονοποιημένα»χαρακτηριστικά και κυρίως τη χειραφέτηση του υποκειμένου, το επαναστατικό μας καθήκον θα διατρανωθεί αρκούντως μόνο στην περίπτωση που αναγνώσουμε στις συνθήκες την υπαινισσόμενη εξ αυτών μυθοπλαστική αφήγηση. Μόνο τότε θα μπορέσουμε να εισακούσουμε το ενοποιό κάλεσμα της Ύστατης Επανάστασης, από την οποία εξαρτάται η διάσωση του είδους μας και του οικοσυστήματος. Η νέα αλληγορική αφήγηση που αμνηστεύει το κατεξοχήν έτερον του πατριαρχικού Ιδίου είναι το ορμητήριο της νέας ανθρωπογένεσης. Εστία μιας ανεκλάλητης συγκινησιακής φόρτισης, από την οποία θα εκκινήσουμε το ευγενές Κίνημα Ζωής που θα μας περισώσει  από την καταστροφολαγνεία του εσχατολογικού γίγνεσθαι ακριβώς στο «παραπέντε». Είναι ο δρόμος επί του οποίου θα συνδράμουμε για μια συγκρητική πανθρησκεία που θα εξυψώνει το κατεξοχήν έτερον, προς εξάλειψη των ολέθριων εγωλογικών υμνωδιών που χαριεντίζουν ύποπτα δόγματα.
Ο Όφις ξανά στο Κηρύκειο που του αναλογεί, ως θείο ον που επισημαίνει την ένθεη μας υπόσταση.
Ο Όφις ξανά στα χέρια της Μεγάλης Μητέρας, ως θείο ον που αρνείται τη λησμονιά των απόκρυφών μας δυνατοτήτων.
Ο Όφις ξανά εγειρόμενος στο Δέντρο της Ζωής, ως θείο ον που κερνάει αείποτε τις αναστοχαστικές μας υπερβάσεις.